Λεξισκόπιο: σφραγίζω

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

σφρα-γί-ζω

Μορφολογία

σφραγίζω ρήμ.

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ασφραγίζωσφραγίζουμε & σφραγίζομε διαλ.
Βσφραγίζειςσφραγίζετε
Γσφραγίζεισφραγίζουν & σφραγίζουνε προφ.
Ενεστώτας-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βσφράγιζεσφραγίζετε
Ενεστώτας-Μετοχήσφραγίζοντας
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ασφράγισασφραγίσαμε
Βσφράγισεςσφραγίσατε
Γσφράγισεσφράγισαν & σφραγίσαν προφ. & σφραγίσανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ασφραγίσωσφραγίσουμε & σφραγίσομε διαλ.
Βσφραγίσειςσφραγίσετε
Γσφραγίσεισφραγίσουν & σφραγίσουνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βσφράγισεσφραγίστε
Αόριστος-Απαρέμφατοσφραγίσει
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ασφράγιζασφραγίζαμε
Βσφράγιζεςσφραγίζατε
Γσφράγιζεσφράγιζαν & σφραγίζαν προφ. & σφραγίζανε προφ.
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ασφραγίζομαισφραγιζόμαστε
Βσφραγίζεσαισφραγίζεστε & σφραγιζόσαστε προφ.
Γσφραγίζεταισφραγίζονται
Ενεστώτας-Προστακτική
Πληθυντικός
Βσφραγίζεστε
Ενεστώτας-Μετοχήσφραγιζόμενος
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ασφραγίστηκα & σφραγίσθηκα λόγ. σφραγιστήκαμε & σφραγισθήκαμε λόγ.
Βσφραγίστηκες & σφραγίσθηκες λόγ. σφραγιστήκατε & σφραγισθήκατε λόγ.
Γσφραγίστηκε & σφραγίσθηκε λόγ. σφραγίστηκαν & σφραγίσθηκαν λόγ. & σφραγιστήκαν προφ. & σφραγιστήκανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ασφραγιστώ & σφραγισθώ λόγ. σφραγιστούμε & σφραγισθούμε λόγ.
Βσφραγιστείς & σφραγισθείς λόγ. σφραγιστείτε & σφραγισθείτε λόγ.
Γσφραγιστεί & σφραγισθεί λόγ. σφραγιστούν & σφραγισθούν λόγ. & σφραγισθούνε λόγ. & σφραγιστούνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βσφραγίσουσφραγιστείτε & σφραγισθείτε λόγ.
Αόριστος-Απαρέμφατοσφραγιστεί & σφραγισθεί λόγ.
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ασφραγιζόμουν & σφραγιζόμουνα προφ. σφραγιζόμασταν & σφραγιζόμαστε
Βσφραγιζόσουν & σφραγιζόσουνα προφ. σφραγιζόσασταν & σφραγιζόσαστε προφ.
Γσφραγιζόταν & σφραγιζότανε προφ. σφραγίζονταν & σφραγιζόντανε προφ. & σφραγιζόντουσαν προφ.
Παρακείμενος-Μετοχήσφραγισμένος

Συνώνυμα - Αντίθετα

σφραγίζω ρήμ.

  1. Σ: βάζω σφραγίδα
  2. Σκλείνω: Κινδύνεψε να του σφραγίσουν το μαγαζί.
  3. Σεπηρεάζω, σημαδεύω4: Οι απόψεις του σφράγισαν την εκπαιδευτική σκέψη.
  4.  ΙΑΤΡ. Σκάνω σφράγισμα

1 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.