Λεξισκόπιο: πλησιάζω

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

πλη-σι-ά-ζω

Μορφολογία

πλησιάζω ρήμ.

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απλησιάζωπλησιάζουμε & πλησιάζομε διαλ.
Βπλησιάζειςπλησιάζετε
Γπλησιάζειπλησιάζουν & πλησιάζουνε προφ.
Ενεστώτας-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βπλησίαζεπλησιάζετε
Ενεστώτας-Μετοχήπλησιάζοντας
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απλησίασαπλησιάσαμε
Βπλησίασεςπλησιάσατε
Γπλησίασεπλησίασαν & πλησιάσαν προφ. & πλησιάσανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απλησιάσωπλησιάσουμε & πλησιάσομε διαλ.
Βπλησιάσειςπλησιάσετε
Γπλησιάσειπλησιάσουν & πλησιάσουνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βπλησίασεπλησιάσετε & πλησιάστε
Αόριστος-Απαρέμφατοπλησιάσει
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απλησίαζαπλησιάζαμε
Βπλησίαζεςπλησιάζατε
Γπλησίαζεπλησίαζαν & πλησιάζαν προφ. & πλησιάζανε προφ.
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απλησιάζομαιπλησιαζόμαστε
Βπλησιάζεσαιπλησιάζεστε & πλησιαζόσαστε προφ.
Γπλησιάζεταιπλησιάζονται
Ενεστώτας-Προστακτική
Πληθυντικός
Βπλησιάζεστε
Ενεστώτας-Μετοχήπλησιαζόμενος
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απλησιάστηκαπλησιαστήκαμε
Βπλησιάστηκεςπλησιαστήκατε
Γπλησιάστηκεπλησιάστηκαν & πλησιαστήκαν προφ. & πλησιαστήκανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απλησιαστώπλησιαστούμε
Βπλησιαστείςπλησιαστείτε
Γπλησιαστείπλησιαστούν & πλησιαστούνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βπλησιάσουπλησιαστείτε
Αόριστος-Απαρέμφατοπλησιαστεί
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απλησιαζόμουν & πλησιαζόμουνα προφ. πλησιαζόμασταν & πλησιαζόμαστε
Βπλησιαζόσουν & πλησιαζόσουνα προφ. πλησιαζόσασταν & πλησιαζόσαστε προφ.
Γπλησιαζόταν & πλησιαζότανε προφ. πλησιάζονταν & πλησιαζόντανε προφ. & πλησιαζόντουσαν προφ.
Παρακείμενος-Μετοχήπλησιασμένος

Συνώνυμα - Αντίθετα

πλησιάζω ρήμ.

  1. Σφέρνω κοντά Ααπομακρύνω
  2. Σζυγώνω λαϊκ.+λογοτ., σιμώνω λαϊκ.: Πλησιάστε, παρακαλώ. Ααπομακρύνομαι1, ξεμακραίνω1
  3. Σφτάνω2, κοντεύω1: Το καράβι πλησιάζει.
  4. Σπροσεγγίζω2, συγκλίνω1, ακουμπάω4 προφ., αγγίζω2: Πλησιάζει την τελειότητα.
  5. Σμοιάζω1, έχω ομοιότητα: Τα δυο χρώματα πλησιάζουν πολύ.
  6. Σπλευρίζω2, διπλαρώνω προφ.

πλησιάζει

Σκοντεύει: Πλησιάζει το τέλος.


3 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.