Λεξισκόπιο: λαοφιλής

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

λα-ο-φι-λής

Μορφολογία

λαοφιλής επίθ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήολαοφιλήςοιλαοφιλείς
Γενικήτουλαοφιλούςτωνλαοφιλών
Αιτιατικήτολαοφιλήτουςλαοφιλείς
Κλητική λαοφιλή & λαοφιλής λαοφιλείς
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηλαοφιλήςοιλαοφιλείς
Γενικήτηςλαοφιλούςτωνλαοφιλών
Αιτιατικήτηλαοφιλήτιςλαοφιλείς
Κλητική λαοφιλή & λαοφιλής λαοφιλείς
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτολαοφιλέςταλαοφιλή
Γενικήτουλαοφιλούςτωνλαοφιλών
Αιτιατικήτολαοφιλέςταλαοφιλή
Κλητική λαοφιλές λαοφιλή

λαοφιλέστερος επίθ. συγκρ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήολαοφιλέστεροςοιλαοφιλέστεροι
Γενικήτουλαοφιλέστερουτωνλαοφιλέστερων
Αιτιατικήτολαοφιλέστεροτουςλαοφιλέστερους
Κλητική λαοφιλέστερε λαοφιλέστεροι
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηλαοφιλέστερηοιλαοφιλέστερες
Γενικήτηςλαοφιλέστερηςτωνλαοφιλέστερων
Αιτιατικήτηλαοφιλέστερητιςλαοφιλέστερες
Κλητική λαοφιλέστερη λαοφιλέστερες
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτολαοφιλέστεροταλαοφιλέστερα
Γενικήτουλαοφιλέστερουτωνλαοφιλέστερων
Αιτιατικήτολαοφιλέστεροταλαοφιλέστερα
Κλητική λαοφιλέστερο λαοφιλέστερα

λαοφιλέστατος επίθ. υπερθ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήολαοφιλέστατοςοιλαοφιλέστατοι
Γενικήτουλαοφιλέστατουτωνλαοφιλέστατων
Αιτιατικήτολαοφιλέστατοτουςλαοφιλέστατους
Κλητική λαοφιλέστατε λαοφιλέστατοι
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηλαοφιλέστατηοιλαοφιλέστατες
Γενικήτηςλαοφιλέστατηςτωνλαοφιλέστατων
Αιτιατικήτηλαοφιλέστατητιςλαοφιλέστατες
Κλητική λαοφιλέστατη λαοφιλέστατες
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτολαοφιλέστατοταλαοφιλέστατα
Γενικήτουλαοφιλέστατουτωνλαοφιλέστατων
Αιτιατικήτολαοφιλέστατοταλαοφιλέστατα
Κλητική λαοφιλέστατο λαοφιλέστατα

Συνώνυμα - Αντίθετα

λαοφιλής επίθ.

Σδημοφιλής, κοσμαγάπητος

Προθήματα - Επιθήματα

-φιλ-

Οι λέξεις που περιέχουν το συστατικό -φιλ- αναφέρονται στην αγάπη, στην προτίμηση ή στην εύνοια προς κάτι.Το συστατικό -φιλ- προέρχεται από το ουσιαστικό φίλος. Το συστατικό αυτό εμφανίζεται σε:

Ουσιαστικά

-φιλία [filía]

Για παράδειγμα, η βιβλιοφιλία είναι η αγάπη για τα βιβλία και για το διάβασμα· η υδροφιλία είναι η ιδιότητα ενός υλικού να συγκρατεί το νερό.

αρχαιοφιλία, βιβλιοφιλία, γαλλοφιλία, γερμανοφιλία, ειρηνοφιλία, ζωοφιλία, θεατροφιλία, κινηματογραφοφιλία, ξενοφιλία, τουρκοφιλία, υδροφιλία

ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΕΣ ΣΗΜΑΣΙΕΣ

Η λέξη αστυφιλία έχει ειδική σημασία: δηλώνει τη συστηματική μετακίνηση πληθυσμών από την ύπαιθρο προς τα αστικά κέντρα.

Το -φιλία σχηματίζει λέξεις που αναφέρονται στη σεξουαλική έλξη. Για παράδειγμα, η ομοφυλοφιλία είναι η σεξουαλική έλξη προς άτομα του ίδιου φύλου.

αμφιφυλοφιλία, γεροντοφιλία, ετεροφυλοφιλία, νεκροφιλία, ομοφυλοφιλία, παιδοφιλία

(ιατρ.) Στο ιατρικό λεξιλόγιο, λέξεις που περιέχουν το συστατικό -φιλία δηλώνουν παθήσεις.

αιμοφιλία / αιμορροφιλία, ουδετεροφιλία, σπασμοφιλία

✔ Άλλες λέξεις περιέχουν τη λέξη φιλία και αναφέρονται στους δεσμούς φιλίας και αγάπης μεταξύ προσώπων (π.χ. λυκοφιλία, ψευδοφιλία, ψευτοφιλία).

Επίθετα

-φιλής [filís], -φιλής, -φιλές

Για παράδειγμα, μια δημοφιλής τραγουδίστρια είναι πολύ γνωστή και αγαπητή στο κοινό.

δημοφιλής, θεοφιλής, λαοφιλής, προσφιλής

-φιλικός [filikós], -φιλική, -φιλικό

Για παράδειγμα, ένας ζωοφιλικός σύλλογος ασχολείται με την περίθαλψη και την προστασία ζώων.

βιβλιοφιλικός, ζωοφιλικός, υδροφιλικός

-φιλος [filos], -φιλη, -φιλο

Για παράδειγμα, ο μουσικόφιλος αγαπάει τη μουσική· ο γερμανόφιλος δείχνει εύνοια και υποστήριξη προς τους Γερμανούς και την πολιτική τους· το υδρόφιλο βαμβάκι έχει την ιδιότητα να απορροφάει το νερό.

αμερικανόφιλος, αμφιφυλόφιλος, αρχαιόφιλος, γερμανόφιλος, ειρηνόφιλος, ετεροφυλόφιλος, ζωόφιλος, θεατρόφιλος, κινηματογραφόφιλος, μουσικόφιλος, μουσόφιλος, ξενόφιλος, ομοφυλόφιλος, ποδοσφαιρόφιλος, υδρόφιλος

✔ Πολλά από αυτά τα επίθετα απαντούν ως ουσιαστικά (π.χ. ζωόφιλος, θεατρόφιλος).


2 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.