Λεξισκόπιο: κοινοποιώ

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

κοι-νο-ποι-ώ

Μορφολογία

κοινοποιώ ρήμ.

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ακοινοποιώκοινοποιούμε
Βκοινοποιείςκοινοποιείτε
Γκοινοποιείκοινοποιούν & κοινοποιούνε προφ.
Ενεστώτας-Προστακτική
Πληθυντικός
Βκοινοποιείτε
Ενεστώτας-Μετοχήκοινοποιώντας
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ακοινοποίησακοινοποιήσαμε
Βκοινοποίησεςκοινοποιήσατε
Γκοινοποίησεκοινοποίησαν & κοινοποιήσαν προφ. & κοινοποιήσανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ακοινοποιήσωκοινοποιήσουμε & κοινοποιήσομε διαλ.
Βκοινοποιήσειςκοινοποιήσετε
Γκοινοποιήσεικοινοποιήσουν & κοινοποιήσουνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βκοινοποίησεκοινοποιήσετε & κοινοποιήστε
Αόριστος-Απαρέμφατοκοινοποιήσει
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ακοινοποιούσακοινοποιούσαμε
Βκοινοποιούσεςκοινοποιούσατε
Γκοινοποιούσεκοινοποιούσαν & κοινοποιούσανε προφ.
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ακοινοποιούμαικοινοποιούμαστε & κοινοποιόμαστε
Βκοινοποιείσαικοινοποιείστε & κοινοποιόσαστε προφ.
Γκοινοποιείταικοινοποιούνται
Ενεστώτας-Προστακτική
Πληθυντικός
Βκοινοποιείστε
Ενεστώτας-Μετοχήκοινοποιούμενος
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ακοινοποιήθηκακοινοποιηθήκαμε
Βκοινοποιήθηκεςκοινοποιηθήκατε
Γκοινοποιήθηκεκοινοποιήθηκαν & κοινοποιηθήκανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ακοινοποιηθώκοινοποιηθούμε
Βκοινοποιηθείςκοινοποιηθείτε
Γκοινοποιηθείκοινοποιηθούν & κοινοποιηθούνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βκοινοποιήσουκοινοποιηθείτε
Αόριστος-Απαρέμφατοκοινοποιηθεί
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ακοινοποιόμουν & κοινοποιόμουνα προφ. κοινοποιόμασταν & κοινοποιόμαστε
Βκοινοποιόσουν & κοινοποιόσουνα προφ. κοινοποιόσασταν & κοινοποιόσαστε προφ.
Γκοινοποιούνταν & κοινοποιόταν & κοινοποιείτο λόγ. & κοινοποιότανε προφ. κοινοποιούνταν & κοινοποιόνταν & κοινοποιούντο λόγ. & κοινοποιόντανε προφ. & κοινοποιόντουσαν προφ.
Παρακείμενος-Μετοχήκοινοποιημένος

Συνώνυμα - Αντίθετα

κοινοποιώ ρήμ.

Σγνωστοποιώ, ανακοινώνω


3 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.