Λεξισκόπιο: ζαχαρούχος

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

ζα-χα-ρού-χος

Μορφολογία

ζαχαρούχος επίθ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοζαχαρούχοςοιζαχαρούχοι
Γενικήτουζαχαρούχουτωνζαχαρούχων
Αιτιατικήτοζαχαρούχοτουςζαχαρούχους
Κλητική ζαχαρούχε ζαχαρούχοι
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηζαχαρούχαοιζαχαρούχες
Γενικήτηςζαχαρούχαςτωνζαχαρούχων
Αιτιατικήτηζαχαρούχατιςζαχαρούχες
Κλητική ζαχαρούχα ζαχαρούχες
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοζαχαρούχοταζαχαρούχα
Γενικήτουζαχαρούχουτωνζαχαρούχων
Αιτιατικήτοζαχαρούχοταζαχαρούχα
Κλητική ζαχαρούχο ζαχαρούχα

Συνώνυμα - Αντίθετα

ζαχαρούχος επίθ.

Σζαχαρώδης, σακχαρούχος λόγ.: ζαχαρούχο γάλα

Προθήματα - Επιθήματα

-ουχ-

Οι λέξεις που περιέχουν το συστατικό -ουχ- αναφέρονται στην έννοια της κατοχής, της ιδιοκτησίας.Το συστατικό -ουχ- προέρχεται από το ρήμα έχω.Το συστατικό αυτό εμφανίζεται σε:

Ουσιαστικά

-ουχία [ux̃ía]

Για παράδειγμα, η αλληλουχία φαινομένων είναι η διαδοχή τους σύμφωνα με ορισμένη σειρά, ενώ η γαλουχία είναι η περίοδος που μία μητέρα θηλάζει το νεογέννητο βρέφος της.

αλληλουχία, γαλουχία, κακουχία, κληρουχία

-ούχος [úxos] (θηλ. -ούχος και σπάνια -ούχα)

Για παράδειγμα, ο πτυχιούχος της Νομικής κατέχει πτυχίο στα νομικά, ενώ ο οικοπεδούχος είναι ο ιδιοκτήτης οικοπέδου.

αδειούχος, αριστούχος, γηπεδούχος, δικαιούχος, δισεκατομμυριούχος, εκατομμυριούχος, εξοδούχος, ευνούχος, κεφαλαιούχος, κυπελλούχος, λεωφορειούχος, οικοπεδούχος, περιπτερούχος, πηδαλιούχος, πολιούχος, πολυεκατομμυριούχος, πρατηριούχος, πτυχιούχος, συνταξιούχος

✔ Η λέξη ευνούχος περιέχει την αρχαία λέξη ευνή (= κρεβάτι) και σήμαινε το φύλακα των γυναικείων θαλάμων, ο οποίος είχε υποστεί αφαίρεση των γεννητικών αδένων.

Επίθετα

-ούχος [úxos], -ούχος/-ούχα, -ούχο

Για παράδειγμα, το ζαχαρούχο γάλα περιέχει ζάχαρη, ενώ τα αλκοολούχα ποτά περιέχουν αλκοόλ.

αεριούχος, αλκοολούχος, αμυλούχος, ανθρακούχος, βιταμινούχος, ζαχαρούχος, κορτιζονούχος, προνομιούχος, πρωτεϊνούχος, σοκολατούχος, τροπαιούχος

9 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.