Λεξισκόπιο: επιδίδω

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

ε-πι-δί-δω

Μορφολογία

επιδίδω ρήμ.

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αεπιδίδωεπιδίδουμε & επιδίδομε διαλ.
Βεπιδίδειςεπιδίδετε
Γεπιδίδειεπιδίδουν & επιδίδουνε προφ.
Ενεστώτας-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βεπίδιδεεπιδίδετε
Ενεστώτας-Μετοχήεπιδίδοντας
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αεπέδωσαεπιδώσαμε
Βεπέδωσεςεπιδώσατε
Γεπέδωσεεπέδωσαν & επιδώσαν προφ. & επιδώσανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αεπιδώσωεπιδώσουμε & επιδώσομε διαλ.
Βεπιδώσειςεπιδώσετε
Γεπιδώσειεπιδώσουν & επιδώσουνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βεπίδωσεεπιδώσετε & επιδώστε
Αόριστος-Απαρέμφατοεπιδώσει
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αεπέδιδαεπιδίδαμε
Βεπέδιδεςεπιδίδατε
Γεπέδιδεεπέδιδαν & επιδίδαν προφ. & επιδίδανε προφ.
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αεπιδίδομαιεπιδιδόμαστε
Βεπιδίδεσαιεπιδίδεστε & επιδιδόσαστε προφ.
Γεπιδίδεταιεπιδίδονται
Ενεστώτας-Προστακτική
Πληθυντικός
Βεπιδίδεστε
Ενεστώτας-Μετοχήεπιδιδόμενος
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αεπιδόθηκαεπιδοθήκαμε
Βεπιδόθηκεςεπιδοθήκατε
Γεπιδόθηκεεπιδόθηκαν & επιδοθήκαν προφ. & επιδοθήκανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αεπιδοθώεπιδοθούμε
Βεπιδοθείςεπιδοθείτε
Γεπιδοθείεπιδοθούν & επιδοθούνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βεπιδώσουεπιδοθείτε
Αόριστος-Απαρέμφατοεπιδοθεί
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αεπιδιδόμουν & επιδιδόμουνα προφ. επιδιδόμασταν & επιδιδόμαστε
Βεπιδιδόσουν & επιδιδόσουνα προφ. επιδιδόσασταν & επιδιδόσαστε προφ.
Γεπιδιδόταν & επιδιδότανε προφ. επιδίδονταν & επιδιδόντανε προφ. & επιδιδόντουσαν προφ.

Συνώνυμα - Αντίθετα

επιδίδω ρήμ.

Σδίνω1, παραδίδω1, εγχειρίζω1 λόγ.: Επέδωσαν έγγραφα στο διευθυντή.

επιδίδομαι

Σασχολούμαι: Επιδιδόταν σε περίεργες δραστηριότητες.


2 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.