Λεξισκόπιο: εξομολογούμαι

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

ε-ξο-μο-λο-γού-μαι

Μορφολογία

εξομολογώ ρήμ.

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αεξομολογώεξομολογούμε
Βεξομολογείςεξομολογείτε
Γεξομολογείεξομολογούν & εξομολογούνε προφ.
Ενεστώτας-Προστακτική
Πληθυντικός
Βεξομολογείτε
Ενεστώτας-Μετοχήεξομολογώντας
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αεξομολόγησαεξομολογήσαμε
Βεξομολόγησεςεξομολογήσατε
Γεξομολόγησεεξομολόγησαν & εξομολογήσανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αεξομολογήσωεξομολογήσουμε & εξομολογήσομε διαλ.
Βεξομολογήσειςεξομολογήσετε
Γεξομολογήσειεξομολογήσουν & εξομολογήσουνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βεξομολόγησεεξομολογήσετε & εξομολογήστε
Αόριστος-Απαρέμφατοεξομολογήσει
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αεξομολογούσαεξομολογούσαμε
Βεξομολογούσεςεξομολογούσατε
Γεξομολογούσεεξομολογούσαν & εξομολογούσανε προφ.
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αεξομολογούμαιεξομολογούμαστε προφ.
Βεξομολογείσαιεξομολογείστε
Γεξομολογείταιεξομολογούνται
Ενεστώτας-Προστακτική
Πληθυντικός
Βεξομολογείστε
Ενεστώτας-Μετοχήεξομολογούμενος
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αεξομολογήθηκαεξομολογηθήκαμε
Βεξομολογήθηκεςεξομολογηθήκατε
Γεξομολογήθηκεεξομολογήθηκαν & εξομολογηθήκανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αεξομολογηθώεξομολογηθούμε
Βεξομολογηθείςεξομολογηθείτε
Γεξομολογηθείεξομολογηθούν & εξομολογηθούνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βεξομολογήσουεξομολογηθείτε
Αόριστος-Απαρέμφατοεξομολογηθεί
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αεξομολογούμουν προφ. εξομολογούμασταν προφ. & εξομολογούμαστε προφ.
Β------
Γεξομολογείτο λόγ. & εξομολογούνταν προφ. εξομολογούντο λόγ. & εξομολογούνταν προφ.
Παρακείμενος-Μετοχήεξομολογημένος

Συνώνυμα - Αντίθετα

εξομολογώ ρήμ. ΕΚΚΛΗΣ.

Σακούω εξομολόγηση

εξομολογούμαι

Σφανερώνω4, ομολογώ2, εκμυστηρεύομαι


1 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.