Λεξισκόπιο: διαχειρίζομαι

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

δι-α-χει-ρί-ζο-μαι

Μορφολογία

διαχειρίζομαι ρήμ. μόνο παθητική

ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αδιαχειρίζομαιδιαχειριζόμαστε
Βδιαχειρίζεσαιδιαχειρίζεστε & διαχειριζόσαστε προφ.
Γδιαχειρίζεταιδιαχειρίζονται
Ενεστώτας-Προστακτική
Πληθυντικός
Βδιαχειρίζεστε
Ενεστώτας-Μετοχήδιαχειριζόμενος
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αδιαχειρίστηκα & διαχειρίσθηκα λόγ. διαχειριστήκαμε & διαχειρισθήκαμε λόγ.
Βδιαχειρίστηκες & διαχειρίσθηκες λόγ. διαχειριστήκατε & διαχειρισθήκατε λόγ.
Γδιαχειρίστηκε & διαχειρίσθηκε λόγ. διαχειρίστηκαν & διαχειρίσθηκαν λόγ. & διαχειριστήκαν προφ. & διαχειριστήκανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αδιαχειριστώ & διαχειρισθώ λόγ. διαχειριστούμε & διαχειρισθούμε λόγ.
Βδιαχειριστείς & διαχειρισθείς λόγ. διαχειριστείτε & διαχειρισθείτε λόγ.
Γδιαχειριστεί & διαχειρισθεί λόγ. διαχειριστούν & διαχειρισθούν λόγ. & διαχειρισθούνε λόγ. & διαχειριστούνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βδιαχειρίσουδιαχειριστείτε & διαχειρισθείτε λόγ.
Αόριστος-Απαρέμφατοδιαχειριστεί & διαχειρισθεί λόγ.
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αδιαχειριζόμουν & διαχειριζόμουνα προφ. διαχειριζόμασταν & διαχειριζόμαστε
Βδιαχειριζόσουν & διαχειριζόσουνα προφ. διαχειριζόσασταν & διαχειριζόσαστε προφ.
Γδιαχειριζόταν & διαχειριζότανε προφ. διαχειρίζονταν & διαχειριζόντανε προφ. & διαχειριζόντουσαν προφ.
Παρακείμενος-Μετοχήδιαχειρισμένος

Συνώνυμα - Αντίθετα

διαχειρίζομαι ρήμ.

  1. Σδιευθύνω1, κουμαντάρω1 προφ.
  2. Σχειρίζομαι2

1 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.