Λεξισκόπιο: πλένω

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

πλέ-νω

Μορφολογία

πλένω ρήμ.

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απλένωπλένουμε & πλένομε διαλ.
Βπλένειςπλένετε
Γπλένειπλένουν & πλένουνε προφ.
Ενεστώτας-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βπλένεπλένετε
Ενεστώτας-Μετοχήπλένοντας
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αέπλυναπλύναμε
Βέπλυνεςπλύνατε
Γέπλυνεέπλυναν & πλύναν προφ. & πλύνανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απλύνωπλύνουμε & πλύνομε διαλ.
Βπλύνειςπλύνετε
Γπλύνειπλύνουν & πλύνουνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βπλύνεπλύνετε & πλύντε
Αόριστος-Απαρέμφατοπλύνει
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αέπλεναπλέναμε
Βέπλενεςπλένατε
Γέπλενεέπλεναν & πλέναν προφ. & πλένανε προφ.
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απλένομαιπλενόμαστε
Βπλένεσαιπλένεστε & πλενόσαστε προφ.
Γπλένεταιπλένονται
Ενεστώτας-Προστακτική
Πληθυντικός
Βπλένεστε
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απλύθηκαπλυθήκαμε
Βπλύθηκεςπλυθήκατε
Γπλύθηκεπλύθηκαν & πλυθήκαν προφ. & πλυθήκανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απλυθώπλυθούμε
Βπλυθείςπλυθείτε
Γπλυθείπλυθούν & πλυθούνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βπλύσουπλυθείτε
Αόριστος-Απαρέμφατοπλυθεί
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απλενόμουν & πλενόμουνα προφ. πλενόμασταν & πλενόμαστε
Βπλενόσουν & πλενόσουνα προφ. πλενόσασταν & πλενόσαστε προφ.
Γπλενόταν & πλενότανε προφ. πλένονταν & πλενόντανε προφ. & πλενόντουσαν προφ.
Παρακείμενος-Μετοχήπλενομένος

Συνώνυμα - Αντίθετα

πλένω ρήμ.

  1. Σκαθαρίζω
  2. Σ: βάζω μπουγάδα

1 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.