Λεξισκόπιο: λυσσομανάει

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

λυσ-σο-μα-νά-ει

Μορφολογία

λυσσομανάω ρήμ. μόνο ενεργητική

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αλυσσομανάω & λυσσομανώλυσσομανάμε & λυσσομανούμε
Βλυσσομανάςλυσσομανάτε
Γλυσσομανά & λυσσομανάειλυσσομανάνε & λυσσομανούν & λυσσομανάν προφ. & λυσσομανούνε προφ.
Ενεστώτας-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βλυσσομάναλυσσομανάτε
Ενεστώτας-Μετοχήλυσσομανώντας
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αλυσσομανούσαλυσσομανούσαμε
Βλυσσομανούσεςλυσσομανούσατε
Γλυσσομανούσελυσσομανούσαν & λυσσομανούσανε προφ.

Συνώνυμα - Αντίθετα

λυσσομανάει ρήμ.

Σμαίνεται λόγ.: Λυσσομανάει η καταιγίδα.

Προθήματα - Επιθήματα

-μαν-

Οι λέξεις που περιέχουν το συστατικό -μαν- αναφέρονται στην έντονη επιθυμία κάποιου για κάτι που αγγίζει τα όρια της εμμονής.Το συστατικό -μαν- προέρχεται από το ουσιαστικό μανία. Το συστατικό αυτό εμφανίζεται σε:

Ρήματα

-μανάω [manáo]

Για παράδειγμα, λέμε ότι ο άνεμος λυσσομανάει όταν είναι πολύ δυνατός, πολύ ορμητικός.

λυσσομανάω, τριζομανάω (σπάνιο), φυσομανάω

Ουσιαστικά

-μανία [manía]

Για παράδειγμα, η τελειομανία είναι η μανία για την τελειότητα, ενώ ξενομανία είναι η υπερβολική προτίμηση για καθετί το ξενικό, με ταυτόχρονη περιφρόνηση για το εγχώριο και το εθνικό.

αρχαιομανία, αρχομανία, δικομανία, επιδειξιομανία, εργασιομανία, ηρωινομανία, κλεπτομανία, μεγαλομανία, μονομανία, μυθομανία, νυμφομανία, ξενομανία, σεξομανία, τελειομανία, τοξικομανία, χαλκομανία (= αυτοκόλλητη εικόνα τυπωμένη σε χαρτί)

Επίθετα

-μανής [manís], -μανής, -μανές

Για παράδειγμα, ο αρχομανής επιδιώκει με πάθος να αποκτήσει εξουσία, ενώ ο μυθομανής έχει την τάση να λέει ψέματα, είναι παθολογικός ψεύτης.

αρχομανής, δικομανής, επιδειξιομανής, εργασιομανής, κερδομανής, κλεπτομανής, μεγαλομανής, μονομανής, μυθομανής, ναρκομανής, νυμφομανής, πυρομανής, σεξομανής, τελειομανής, τοξικομανής

✔ Πολλά από αυτά τα επίθετα χρησιμοποιούνται και ως ουσιαστικά (π.χ. επιδειξιομανής, ναρκομανής, τοξικομανής).

✔ Οι περισσότερες από αυτές τις λέξεις αναφέρονται σε παθολογικές καταστάσεις.


1 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.