Λεξισκόπιο: κοντός

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

κο-ντός

Μορφολογία

κοντός επίθ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοκοντόςοικοντοί
Γενικήτουκοντούτωνκοντών
Αιτιατικήτονκοντότουςκοντούς
Κλητική κοντέ κοντοί
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηκοντήοικοντές
Γενικήτηςκοντήςτωνκοντών
Αιτιατικήτηνκοντήτιςκοντές
Κλητική κοντή κοντές
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοκοντότακοντά
Γενικήτουκοντούτωνκοντών
Αιτιατικήτοκοντότακοντά
Κλητική κοντό κοντά

κοντούλης επίθ. υποκορ. προφ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοκοντούλης & κοντούλικος & κοντούτσικος αδ. τύπ. οικοντούληδες & κοντούλικοι & κοντούτσικοι αδ. τύπ.
Γενικήτουκοντούλη & κοντούλικου & κοντούτσικου αδ. τύπ. τωνκοντούληδων & κοντούλικων & κοντούτσικων αδ. τύπ.
Αιτιατικήτονκοντούλη & κοντούλικο & κοντούτσικο αδ. τύπ. τουςκοντούληδες & κοντούλικους & κοντούτσικους αδ. τύπ.
Κλητική κοντούλη & κοντούλικε & κοντούτσικε αδ. τύπ.  κοντούληδες & κοντούλικοι & κοντούτσικοι αδ. τύπ.
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηκοντούλα & κοντούλικη & κοντούτσικη αδ. τύπ. οικοντούλες & κοντούλικες & κοντούτσικες αδ. τύπ.
Γενικήτηςκοντούλας & κοντούλικης & κοντούτσικης αδ. τύπ. τωνκοντούλικων & κοντούτσικων αδ. τύπ.
Αιτιατικήτηνκοντούλα & κοντούλικη & κοντούτσικη αδ. τύπ. τιςκοντούλες & κοντούλικες & κοντούτσικες αδ. τύπ.
Κλητική κοντούλα & κοντούλικη & κοντούτσικη αδ. τύπ.  κοντούλες & κοντούλικες & κοντούτσικες αδ. τύπ.
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοκοντούλικο & κοντούτσικο αδ. τύπ. τακοντούλικα & κοντούτσικα αδ. τύπ.
Γενικήτουκοντούλικου & κοντούτσικου αδ. τύπ. τωνκοντούλικων & κοντούτσικων αδ. τύπ.
Αιτιατικήτοκοντούλικο & κοντούτσικο αδ. τύπ. τακοντούλικα & κοντούτσικα αδ. τύπ.
Κλητική κοντούλικο & κοντούτσικο αδ. τύπ.  κοντούλικα & κοντούτσικα αδ. τύπ.

κοντότερος επίθ. συγκρ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοκοντότερος & κοντύτεροςοικοντότεροι & κοντύτεροι
Γενικήτουκοντότερου & κοντύτερουτωνκοντότερων & κοντύτερων
Αιτιατικήτονκοντότερο & κοντύτεροτουςκοντότερους & κοντύτερους
Κλητική κοντότερε & κοντύτερε κοντότεροι & κοντύτεροι
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηκοντότερη & κοντύτερηοικοντότερες & κοντύτερες
Γενικήτηςκοντότερης & κοντύτερηςτωνκοντότερων & κοντύτερων
Αιτιατικήτηνκοντότερη & κοντύτερητιςκοντότερες & κοντύτερες
Κλητική κοντότερη & κοντύτερη κοντότερες & κοντύτερες
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοκοντότερο & κοντύτεροτακοντότερα & κοντύτερα
Γενικήτουκοντότερου & κοντύτερουτωνκοντότερων & κοντύτερων
Αιτιατικήτοκοντότερο & κοντύτεροτακοντότερα & κοντύτερα
Κλητική κοντότερο & κοντύτερο κοντότερα & κοντύτερα

κοντός ουσ. αρσ.

ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοκοντόςοικοντοί
Γενικήτουκοντούτωνκοντών
Δοτικήτωκοντώ λόγ. ---
Αιτιατικήτονκοντότουςκοντούς
Κλητική κοντέ κοντοί

Συνώνυμα - Αντίθετα

κοντός επίθ.

  1. Αμακρύς1: κοντά μαλλιά
  2. Σβραχύσωμος Αψηλός

κοντός ουσ. λόγ.

Σκοντάρι1: ο κοντός της σημαίας


1 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.