Λεξισκόπιο: εκλεκτός

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

ε-κλε-κτός

Μορφολογία

εκλεκτός επίθ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοεκλεκτόςοιεκλεκτοί
Γενικήτουεκλεκτούτωνεκλεκτών
Αιτιατικήτονεκλεκτότουςεκλεκτούς
Κλητική εκλεκτέ εκλεκτοί
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηεκλεκτήοιεκλεκτές
Γενικήτηςεκλεκτήςτωνεκλεκτών
Αιτιατικήτηνεκλεκτήτιςεκλεκτές
Κλητική εκλεκτή εκλεκτές
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοεκλεκτόταεκλεκτά
Γενικήτουεκλεκτούτωνεκλεκτών
Αιτιατικήτοεκλεκτόταεκλεκτά
Κλητική εκλεκτό εκλεκτά

εκλεκτότερος επίθ. συγκρ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοεκλεκτότεροςοιεκλεκτότεροι
Γενικήτουεκλεκτότερουτωνεκλεκτότερων
Αιτιατικήτονεκλεκτότεροτουςεκλεκτότερους
Κλητική εκλεκτότερε εκλεκτότεροι
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηεκλεκτότερηοιεκλεκτότερες
Γενικήτηςεκλεκτότερηςτωνεκλεκτότερων
Αιτιατικήτηνεκλεκτότερητιςεκλεκτότερες
Κλητική εκλεκτότερη εκλεκτότερες
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοεκλεκτότεροταεκλεκτότερα
Γενικήτουεκλεκτότερουτωνεκλεκτότερων
Αιτιατικήτοεκλεκτότεροταεκλεκτότερα
Κλητική εκλεκτότερο εκλεκτότερα

εκλεκτότατος επίθ. υπερθ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοεκλεκτότατοςοιεκλεκτότατοι
Γενικήτουεκλεκτότατουτωνεκλεκτότατων
Αιτιατικήτονεκλεκτότατοτουςεκλεκτότατους
Κλητική εκλεκτότατε εκλεκτότατοι
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηεκλεκτότατηοιεκλεκτότατες
Γενικήτηςεκλεκτότατηςτωνεκλεκτότατων
Αιτιατικήτηνεκλεκτότατητιςεκλεκτότατες
Κλητική εκλεκτότατη εκλεκτότατες
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοεκλεκτότατοταεκλεκτότατα
Γενικήτουεκλεκτότατουτωνεκλεκτότατων
Αιτιατικήτοεκλεκτότατοταεκλεκτότατα
Κλητική εκλεκτότατο εκλεκτότατα

Συνώνυμα - Αντίθετα

εκλεκτός επίθ.

Σδιαλεχτός, ξεχωριστός2, εξαιρετικός


3 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.