Lexiscope: τρίσβαθος

Learn about the orthography, morphology, syllabification and synonyms/antonyms of a Modern Greek word. The finest words in the world are only vain sounds, if we cannot comprehend them.

Modern Greek is a great deluge of words deriving from Ancient Greek. Through the ages some of the words started to overlap others in meaning. In addition, many of them have multiple meanings and many can be used as various parts of speech.

Lexiscope aims to clear up such issues by presenting information that clarifies the uses of any Modern Greek word or phrase. Information includes syllabification, morphology, synonyms, antonyms and any known expressions that the word may feature in.

Insert any Greek word below, and press Search.


Lexiscope is a compound language tool that provides information about a Modern Greek word or phrase, combining the functionality of Neurolingo's Hyphenator, Speller, Lemmatizer, Morphological Lexicon and Thesaurus.

Syllabification

τρί-σβα-θος

Morphology

τρίσβαθος adj.

Masculine
SingularPlural
Nominativeοτρίσβαθοςοιτρίσβαθοι
Genitiveτουτρίσβαθουτωντρίσβαθων
Accusativeτοντρίσβαθοτουςτρίσβαθους
Vocative τρίσβαθε τρίσβαθοι
Feminine
SingularPlural
Nominativeητρίσβαθηοιτρίσβαθες
Genitiveτηςτρίσβαθηςτωντρίσβαθων
Accusativeτηντρίσβαθητιςτρίσβαθες
Vocative τρίσβαθη τρίσβαθες
Neuter
SingularPlural
Nominativeτοτρίσβαθοτατρίσβαθα
Genitiveτουτρίσβαθουτωντρίσβαθων
Accusativeτοτρίσβαθοτατρίσβαθα
Vocative τρίσβαθο τρίσβαθα

Synonyms - Antonyms

τρίσβαθος adj. lit.

Sαπύθμενος1

Προθήματα - Επιθήματα

τρι- [tri]

τρί- [trí] όταν ο τόνος ανεβαίνει στο αʹ συστατικό
τρισ- [tris] και τρίσ- [trís] σπανιότερα

Προέρχεται από το αριθμητικό τρία.

1. Τρία μέρη

Το τρι- σχηματίζει λέξεις που δηλώνουν ότι κάτι αποτελείται από τρία όμοια μέρη. Για παράδειγμα, το τρίγωνο είναι ένα γεωμετρικό σχήμα με τρεις γωνίες.

τριετία

τριατομικός, -ή, -ό

τριλογία

τρίγωνος, -η, -ο

τρίποδας

τριεθνής, -ής, -ές

τρίπτυχο

τρικατάληκτος, -η, -ο

τρισταυρία

τρίκλινος, -η, -ο

τρίστρατο

τρίμετρος, -η, -ο

τρισυλλαβία

τρισέλιδος, -η, -ο

τριώδιο

τρισκελής, -ής, -ές

τρίστηλος, -η, -ο

τρίστιχος, -η, -ο

τρισύλλαβος, -η, -ο

τρισχιδής, -ής, -ές

✔ Με αυτή τη σημασία χρησιμοποιείται σπανιότερα ο τύπος τρισ- σε λέξεις όπως:

τρισάγιο

τρισδιάστατος, -η, -ο

τρισεκατομμύριο

τρισυπόστατος, -η, -ο

τρισχιλιετής, -ής, -ές

✔ Το τρισ- προσδίδει τη σημασία της τρίτης γενιάς στις λέξεις τρισέγγονος, τρισέγγονη και τρισέγγονο.

⇨ Για άλλα αʹ συστατικά με αριθμητική σημασία βλ. μισο-*, ημι-*, μονο-*, δι-*, τετρα-*, πεντα-*, δεκα-*, χιλιο-*.

2. Σε έντονο βαθμό (επιτατικό)

Το τρισ- σχηματίζει επίθετα που δηλώνουν ότι μια κατάσταση ή μια ιδιότητα υπάρχει σε έντονο βαθμό. Για παράδειγμα, ένα τρισχαριτωμένο μωρό είναι πάρα πολύ χαριτωμένο.

τρισάθλιος, -α, -ο, τρίσβαθος, -η, -ο, τρισβάρβαρος, -η, -ο, τρισένδοξος, -η, -ο, τρισευτυχισμένος, -η, -ο, τρισκατάρατος, -η, -ο, τρισκότεινος, -η, -ο, τρισμακάριστος, -η, -ο, τρισμέγιστος, -η, -ο, τρισχαριτωμένος, -η, -ο, τρισχειρότερος, -η, -ο

✔ Με αυτή τη σημασία χρησιμοποιείται σπανιότερα ο τύπος τρι- σε λέξεις όπως:

τρικυμία

τρικούβερτος, -η, -ο

τριγύρω

⇨ Για άλλα αʹ συστατικά που δηλώνουν επίταση βλ. γαϊδουρο-*, θεο-*, καρα-*, κατα-*, ολο-*, παν-*, παρα-*, πεντα-*, περι-*, σκυλο-*, τετρα-*, χιλιο-*.

ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑ: Γράφουμε το τρισ- με /ι/, διότι προέρχεται από το αρχαίο επίρρημα τρις (= τρεις φορές), και όχι με /ει/, παρόλο που σχετίζεται με το αριθμητικό τρεις, τρία.


4 of 10



For our guests, Lexiscope has a daily usage limit of 10 words. Sign up for free to take advantage of 30 words per day.

Alternately, you can purchase our mobile version Lexiscope Mobile App for unlimited usage.