Lexiscope: ποικιλομορφία

Learn about the orthography, morphology, syllabification and synonyms/antonyms of a Modern Greek word. The finest words in the world are only vain sounds, if we cannot comprehend them.

Modern Greek is a great deluge of words deriving from Ancient Greek. Through the ages some of the words started to overlap others in meaning. In addition, many of them have multiple meanings and many can be used as various parts of speech.

Lexiscope aims to clear up such issues by presenting information that clarifies the uses of any Modern Greek word or phrase. Information includes syllabification, morphology, synonyms, antonyms and any known expressions that the word may feature in.

Insert any Greek word below, and press Search.


Lexiscope is a compound language tool that provides information about a Modern Greek word or phrase, combining the functionality of Neurolingo's Hyphenator, Speller, Lemmatizer, Morphological Lexicon and Thesaurus.

Syllabification

ποι-κι-λο-μορ-φί-α

Morphology

ποικιλομορφία n. fem.

SingularPlural
Nominativeηποικιλομορφίαοιποικιλομορφίες
Genitiveτηςποικιλομορφίαςτωνποικιλομορφιών
Accusativeτηνποικιλομορφίατιςποικιλομορφίες
Vocative ποικιλομορφία ποικιλομορφίες

Synonyms - Antonyms

ποικιλομορφία n.

Sπολυμορφία Aομοιομορφία

Προθήματα - Επιθήματα

-μορφ-

Οι λέξεις που περιέχουν το συστατικό -μορφ- αναφέρονται στην εξωτερική όψη, στη μορφή.Το συστατικό -μορφ- προέρχεται από το ουσιαστικό μορφή. Το συστατικό αυτό εμφανίζεται σε:

Ουσιαστικά

-μορφία [morfía]

Για παράδειγμα, η τερατομορφία χαρακτηρίζει κάτι που εξωτερικά μοιάζει με τέρας, έχει τη μορφή τέρατος.

ανθρωπομορφία, ανομοιομορφία, δυσμορφία, ευμορφία, ζωομορφία, ιδιομορφία, ομοιομορφία, ποικιλομορφία, πολυμορφία, τερατομορφία

-μορφισμός [morfizmós]

Για παράδειγμα, ο ανθρωπομορφισμός είναι η απόδοση ανθρώπινων ιδιοτήτων σε άλλα όντα (ζώα, φυτά), σε φυσικά φαινόμενα ή σε αφηρημένες έννοιες (πρβ. τον ανθρωπομορφισμό των θεών στην αρχαία Ελλάδα).

ανθρωπομορφισμός, γεροντομορφισμός (ιατρ.), διμορφισμός (βιολ.), ετερομορφισμός (βιολ.), ζωομορφισμός, παιδομορφισμός (ιατρ.), πολυμορφισμός

Επίθετα

-μορφος [morfos], -μορφη, -μορφο

Για παράδειγμα, ο τραγόμορφος μοιάζει εξωτερικά με τράγο, έχει μορφή τράγου.

αγγελόμορφος, αετόμορφος, ανθρωπόμορφος, ανομοιόμορφος, ζωόμορφος, ιδιόμορφος, μελανόμορφος, ομοιόμορφος, ποικιλόμορφος, πολύμορφος, στρογγυλόμορφος, ταυρόμορφος, τερατόμορφος

▶ Το επίθετο πολυμορφικός έχει ειδική χρήση: αναφέρεται κυρίως σε ειδικό τύπο αυτοκινήτου αποδίδοντας τον αγγλικό όρο multiple purpose vehicle (MPV).


4 of 10



For our guests, Lexiscope has a daily usage limit of 10 words. Sign up for free to take advantage of 30 words per day.

Alternately, you can purchase our mobile version Lexiscope Mobile App for unlimited usage.