Lexiscope: περιφρονώ

Learn about the orthography, morphology, syllabification and synonyms/antonyms of a Modern Greek word. The finest words in the world are only vain sounds, if we cannot comprehend them.

Modern Greek is a great deluge of words deriving from Ancient Greek. Through the ages some of the words started to overlap others in meaning. In addition, many of them have multiple meanings and many can be used as various parts of speech.

Lexiscope aims to clear up such issues by presenting information that clarifies the uses of any Modern Greek word or phrase. Information includes syllabification, morphology, synonyms, antonyms and any known expressions that the word may feature in.

Insert any Greek word below, and press Search.


Lexiscope is a compound language tool that provides information about a Modern Greek word or phrase, combining the functionality of Neurolingo's Hyphenator, Speller, Lemmatizer, Morphological Lexicon and Thesaurus.

Syllabification

πε-ρι-φρο-νώ

Morphology

περιφρονώ v.

ACTIVE VOICE
Present-Indicative
SingularPlural
1stπεριφρονώπεριφρονούμε
2ndπεριφρονείςπεριφρονείτε
3rdπεριφρονείπεριφρονούν & περιφρονούνε oral.
Present-Imperative
Plural
2ndπεριφρονείτε
Present-Participleπεριφρονώντας
Simple past-Indicative
SingularPlural
1stπεριφρόνησαπεριφρονήσαμε
2ndπεριφρόνησεςπεριφρονήσατε
3rdπεριφρόνησεπεριφρόνησαν & περιφρονήσαν oral. & περιφρονήσανε oral.
Simple past-Subjunctive
SingularPlural
1stπεριφρονήσωπεριφρονήσουμε & περιφρονήσομε dial.
2ndπεριφρονήσειςπεριφρονήσετε
3rdπεριφρονήσειπεριφρονήσουν & περιφρονήσουνε oral.
Simple past-Imperative
SingularPlural
2ndπεριφρόνησεπεριφρονήσετε & περιφρονήστε
Simple past-Infinitiveπεριφρονήσει
Imperfect-Indicative
SingularPlural
1stπεριφρονούσαπεριφρονούσαμε
2ndπεριφρονούσεςπεριφρονούσατε
3rdπεριφρονούσεπεριφρονούσαν & περιφρονούσανε oral.
PASSIVE VOICE
Present-Indicative
SingularPlural
1stπεριφρονούμαιπεριφρονούμαστε oral.
2ndπεριφρονείσαιπεριφρονείστε
3rdπεριφρονείταιπεριφρονούνται
Present-Imperative
Plural
2ndπεριφρονείστε
Present-Participleπεριφρονούμενος
Simple past-Indicative
SingularPlural
1stπεριφρονήθηκαπεριφρονηθήκαμε
2ndπεριφρονήθηκεςπεριφρονηθήκατε
3rdπεριφρονήθηκεπεριφρονήθηκαν & περιφρονηθήκαν oral. & περιφρονηθήκανε oral.
Simple past-Subjunctive
SingularPlural
1stπεριφρονηθώπεριφρονηθούμε
2ndπεριφρονηθείςπεριφρονηθείτε
3rdπεριφρονηθείπεριφρονηθούν & περιφρονηθούνε oral.
Simple past-Imperative
SingularPlural
2ndπεριφρονήσουπεριφρονηθείτε
Simple past-Infinitiveπεριφρονηθεί
Imperfect-Indicative
SingularPlural
1stπεριφρονούμουν oral. περιφρονούμασταν oral. & περιφρονούμαστε oral.
2nd------
3rdπεριφρονείτο learn. & περιφρονούνταν oral. περιφρονούντο learn. & περιφρονούνταν oral.
Present Perfect-Participleπεριφρονημένος

Synonyms - Antonyms

περιφρονώ v.

  1. Sαψηφάω, αδιαφορώ2, αγνοώ2: Περιφρονεί τον κίνδυνο. Aλογαριάζω2, ψηφάω pop.
  2. Sκαταφρονώ, σνομπάρω, γράφω13 oral, φτύνω oral: Περιφρονεί τους κατωτέρους του.

Προθήματα - Επιθήματα

περι- [peri]

περί- [perí] όταν ο τόνος ανεβαίνει στο αʹ συστατικό

Προέρχεται από την πρόθεση περί.

1. Γύρω από κάτι

Το περι- σχηματίζει λέξεις που δηλώνουν μία κυκλική κίνηση γύρω από κάτι ή κάτι που υπάρχει γύρω γύρω. Για παράδειγμα, όταν περιστρέφουμε κάτι το κινούμε κυκλικά γύρω από έναν άξονα, ενώ το περιλαίμιο είναι ένα λουρί που τοποθετείται γύρω από το λαιμό ζώου.

περιβάλλον

περιβάλλω

περίγυρος

περιβρέχω

περιλαίμιο

περιζώνω

περίοικος (= γείτονας)

περιστοιχίζω

περίπλους

περιστρέφω

περιστροφή

περιτριγυρίζω

περιφορά

περιφέρω

περίφραξη

περιφράζω

περιφρούρηση

περιφρουρώ

ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΕΣ ΣΗΜΑΣΙΕΣ

Ορισμένες λέξεις με το περι- δηλώνουν κίνηση άλλοτε με στάσεις σε διάφορα μέρη (π.χ. περιοδεία), ενώ άλλοτε χωρίς συγκεκριμένη κατεύθυνση ή στόχο (π.χ. περιπλάνηση).

περιοδεία

περιδιαβαίνω

περιπλάνηση

περιοδεύω

περιπλανιέμαι

περιφέρομαι

(ιατρ.) Στο λεξιλόγιο της ιατρικής, το περι- σχηματίζει λέξεις που δηλώνουν το εξωτερικό τμήμα ενός οργάνου (π.χ. περικάρδιο) ή την ασθένεια που του προκαλεί βλάβη (π.χ. περικαρδίτιδα).

περιαδενίτιδα, περικάρδιο, περικαρδίτιδα, περιοδοντία, περιοδοντίτιδα, περιόστεο, περισπέρμιο, περιτόναιο, περιτονίτιδα

Ορισμένες λέξεις με το περι- δηλώνουν ότι κάτι υπάρχει στο εσωτερικό ενός πράγματος. Για παράδειγμα, το περιεχόμενο ενός κουτιού είναι ό,τι υπάρχει μέσα σε αυτό.

περιεχόμενο

περιέχω

περιλαμβάνω

2. Σε έντονο βαθμό (επιτατικό)

Το περι- σχηματίζει λέξεις (κυρίως επίθετα) που δηλώνουν ότι μια ιδιότητα ή μια κατάσταση βρίσκεται σε πολύ έντονο βαθμό. Για παράδειγμα, είμαστε περίλυποι όταν είμαστε πολύ λυπημένοι.

περιβόητος, -η, -ο, περιδεής, -ής, -ές (= πολύ φοβισμένος), περίζηλος, -η, -ο (= πολύ ζηλευτός), περιζήτητος, -η, -ο, περίκομψος, -η, -ο, περιλάλητος, -η, -ο, περίλαμπρος, -η, -ο, περίλυπος, -η, -ο, περιπόθητος, -η, -ο, περισπούδαστος, -η, -ο, περίτρομος, -η, -ο, περίφοβος, -η, -ο

⇨ Για άλλα αʹ συστατικά που δηλώνουν επίταση βλ. γαϊδουρο-*, θεο-*, καρα-*, κατα-*, ολο-*, παν-*, παρα-*, πεντα-*, σκυλο-*, τετρα-*, τρι-*, χιλιο-*.

▶ Το περι- μπορεί να έχει πολλές ακόμη σημασίες. Έτσι, ορισμένες λέξεις με το περι- έχουν αρνητική σημασία (π.χ. περιπίπτω [σε δυσμένεια]), άλλες εκφράζουν αδιαφορία ή υποτιμητική διάθεση απέναντι σε κάτι (π.χ. περιφρονώ), ενώ άλλες δηλώνουν κάτι θετικό, όπως φροντίδα (π.χ. περιποιούμαι).

-φρον-

Οι λέξεις που περιέχουν το συστατικό -φρον- ή -φρων αναφέρονται στα φρονήματα, στις πεποιθήσεις ή στη συμπεριφορά κάποιου.Το συστατικό -φρον- προέρχεται από το αρχαίο ουσιαστικό φρην (= νους, μυαλό). Το συστατικό αυτό εμφανίζεται σε:

Ρήματα

-φρονώ [fronó]

Για παράδειγμα, όταν κάποιος παραφρονεί χάνει τα λογικά του, τρελαίνεται, ενώ όταν περιφρονούμε κάτι θεωρούμε ότι δεν αξίζει, δεν το εκτιμάμε.

αλλοφρονώ, καταφρονώ, ομοφρονώ, παραφρονώ, περιφρονώ, σωφρονώ (και συχνότερα σωφρονίζω), υψηλοφρονώ, φιλοφρονώ

Ουσιαστικά

-φρόνηση [frónisi]

Για παράδειγμα, η περιφρόνηση είναι η ενέργεια και το αποτέλεσμα του περιφρονώ.

καταφρόνηση, παραφρόνηση, περιφρόνηση, φιλοφρόνηση

✔ Εξαίρεση αποτελεί ο σωφρονισμός (σε -ισμός*) που είναι η ενέργεια και το αποτέλεσμα του σωφρονίζω.

Επίθετα

-φρονας [frοnas] και -φρων [fron], -φρων, -φρον

Για παράδειγμα, ο ταπεινόφρων έχει ταπεινή ιδέα για τον εαυτό του, ενώ ο μεγαλόφρων μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του.

αλλόφρων, βασιλόφρων, γενναιόφρων, εθνικόφρων, μετριόφρων, νομιμόφρων, παράφρων, σώφρων, ταπεινόφρων, υψηλόφρων

2 of 10



For our guests, Lexiscope has a daily usage limit of 10 words. Sign up for free to take advantage of 30 words per day.

Alternately, you can purchase our mobile version Lexiscope Mobile App for unlimited usage.