Lexiscope: νοσοκομείο

Learn about the orthography, morphology, syllabification and synonyms/antonyms of a Modern Greek word. The finest words in the world are only vain sounds, if we cannot comprehend them.

Modern Greek is a great deluge of words deriving from Ancient Greek. Through the ages some of the words started to overlap others in meaning. In addition, many of them have multiple meanings and many can be used as various parts of speech.

Lexiscope aims to clear up such issues by presenting information that clarifies the uses of any Modern Greek word or phrase. Information includes syllabification, morphology, synonyms, antonyms and any known expressions that the word may feature in.

Insert any Greek word below, and press Search.


Lexiscope is a compound language tool that provides information about a Modern Greek word or phrase, combining the functionality of Neurolingo's Hyphenator, Speller, Lemmatizer, Morphological Lexicon and Thesaurus.

Syllabification

νο-σο-κο-μεί-ο

Morphology

νοσοκομείο n. neut.

SingularPlural
Nominativeτονοσοκομείοτανοσοκομεία
Genitiveτουνοσοκομείουτωννοσοκομείων
Accusativeτονοσοκομείοτανοσοκομεία
Vocative νοσοκομείο νοσοκομεία

Synonyms - Antonyms

νοσοκομείο n.

Sκλινική

Προθήματα - Επιθήματα

-κομ-

Οι λέξεις που περιέχουν το συστατικό -κομ- αναφέρονται στη φροντίδα ενός προσώπου ή στην παραγωγή ενός πράγματος.Το συστατικό -κομ- προέρχεται από το αρχαίο ρήμα κομώ (= φροντίζω). Το συστατικό αυτό εμφανίζεται σε:

Ρήματα

-κομώ [komó]

Για παράδειγμα, γηροκομεί κανείς τους γονείς του όταν τους φροντίζει σε γεροντική ηλικία· όταν κανείς τυροκομεί παρασκευάζει και παράγει τυρί.

βρεφοκομώ (σπάνιο), γηροκομώ, παιδοκομώ (σπάνιο), τυροκομώ

Ουσιαστικά

-κομείο [komío]

Για παράδειγμα, το πτωχοκομείο είναι ο χώρος όπου παρέχεται φροντίδα στους φτωχούς που δεν μπορούν να εργαστούν· το τυροκομείο είναι ο χώρος όπου παρασκευάζεται το τυρί.

ανθοκομείο, βουτυροκομείο, βρεφοκομείο, γαλακτοκομείο, γηροκομείο, λεπροκομείο, μελισσοκομείο, νοσοκομείο, παιδοκομείο, πτωχοκομείο, τρελοκομείο, τυροκομείο, φρενοκομείο

✔ Μερικές φορές, στον καθημερινό προφορικό λόγο, συναντούμε το -κομείο και ως -κομειό.

γηροκομειό (και σπανιότερα γεροκομειό), τυροκομειό

-κομία [komía]

Για παράδειγμα, η βρεφοκομία είναι η φροντίδα των βρεφών· η γαλακτοκομία είναι η επεξεργασία του γάλακτος με σκοπό την παραγωγή άλλων προϊόντων (βούτυρο, τυρί, γιαούρτι κτλ.).

ανθοκομία, βουτυροκομία, βρεφοκομία, βρεφονηπιοκομία, γαλακτοκομία, γηροκομία, δασοκομία, δενδροκομία, ελαιοκομία, μελισσοκομία, παιδοκομία, τραπεζοκομία, τυροκομία

-κόμος [kómos]

Για παράδειγμα, ο μελισσοκόμος ασχολείται συστηματικά με την εκτροφή μελισσών· ο νοσοκόμος ασχολείται επαγγελματικά με τη φροντίδα των αρρώστων.

ανθοκόμος, βρεφοκόμος, βρεφονηπιοκόμος, γαλακτοκόμος, δασοκόμος, δενδροκόμος, μελισσοκόμος, νηπιοκόμος, νοσοκόμος (θηλ. νοσοκόμα), ορνιθοκόμος, παιδοκόμος, τραπεζοκόμος, τυροκόμος

✔ Για κάποια από αυτά τα ουσιαστικά ο ίδιος τύπος χρησιμοποιείται και για το θηλυκό (π.χ. η νηπιοκόμος, η τραπεζοκόμος). Λιγότερα είναι τα θηλυκά σε -κόμα (π.χ. η νοσοκόμα).

Επίθετα

-κομικός [komikós], -κομική, -κομικό

Για παράδειγμα, σε μια ανθοκομική έκθεση παρουσιάζονται άνθη και καλλωπιστικά φυτά· τα γαλακτοκομικά προϊόντα παράγονται από την επεξεργασία του γάλακτος (γαλακτοκομία).

ανθοκομικός, βρεφοκομικός, γαλακτοκομικός, δενδροκομικός, μελισσοκομικός, παιδοκομικός, τυροκομικός

3 of 10



For our guests, Lexiscope has a daily usage limit of 10 words. Sign up for free to take advantage of 30 words per day.

Alternately, you can purchase our mobile version Lexiscope Mobile App for unlimited usage.