Lexiscope: μονομαχία

Learn about the orthography, morphology, syllabification and synonyms/antonyms of a Modern Greek word. The finest words in the world are only vain sounds, if we cannot comprehend them.

Modern Greek is a great deluge of words deriving from Ancient Greek. Through the ages some of the words started to overlap others in meaning. In addition, many of them have multiple meanings and many can be used as various parts of speech.

Lexiscope aims to clear up such issues by presenting information that clarifies the uses of any Modern Greek word or phrase. Information includes syllabification, morphology, synonyms, antonyms and any known expressions that the word may feature in.

Insert any Greek word below, and press Search.


Lexiscope is a compound language tool that provides information about a Modern Greek word or phrase, combining the functionality of Neurolingo's Hyphenator, Speller, Lemmatizer, Morphological Lexicon and Thesaurus.

Syllabification

μο-νο-μα-χί-α

Morphology

μονομαχία n. fem.

SingularPlural
Nominativeημονομαχίαοιμονομαχίες
Genitiveτηςμονομαχίαςτωνμονομαχιών
Accusativeτημονομαχίατιςμονομαχίες
Vocative μονομαχία μονομαχίες

Προθήματα - Επιθήματα

μονο- [mono]

μονό- [monó] όταν ο τόνος ανεβαίνει στο αʹ συστατικό
μον- [mon] πριν από φωνήεν

Προέρχεται από το επίθετο μόνος.

1. Ένα μέρος

Το μονο- σχηματίζει λέξεις που δηλώνουν ότι ένα πράγμα αποτελείται από ένα και μόνο μέρος. Για παράδειγμα, κατά το μονοθεϊσμό υπάρχει ένας θεός· όταν κάτι έχει μονόλεπτη διάρκεια διαρκεί ένα λεπτό.

μονογαμία

μονογαμικός, -ή, -ό

μονογραφία

μονόγλωσσος, -η, -ο

μονόδρομος

μονογονεϊκός, -ή, -ό

μονόζυγο

μονοήμερος, -η, -ο

μονοθεϊσμός

μονοκομματικός, -ή, -ό

μονοκατοικία

μονοκόμματος, -η, -ο

μονοκοντυλιά

μονολεκτικός, -ή, -ό

μονόπετρο

μονόλεπτος, -η, -ο

μονόχειρας

μονομελής, -ής, -ές

μονοσήμαντος, -η, -ο

μονοτονικός, -ή, -ό

μονόφθαλμος, -η, -ο

μονόχρωμος, -η, -ο

μονόχωρος, -η, -ο

μονόωρος, -η, -ο

ΑΝΤ Κάποια αντίθετα σε αυτή τη σημασία σχηματίζονται με το πολυ-* (π.χ. μονοτονικόςπολυτονικός, μονόχρωμοςπολύχρωμος).

ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΕΣ ΣΗΜΑΣΙΕΣ

Ορισμένες λέξεις με το μονο- δηλώνουν ότι κάποιος ενεργεί μόνος του (π.χ. μονάρχης) ή κάνει κάτι κατ’ αποκλειστικότητα (π.χ. μονοπώλιο).

μονάρχης

μονομαχώ

μονοκράτορας

μονοπωλώ

μονομάχος

μονοπώλιο

(ιατρ.) Το μονο- σχηματίζει λέξεις του ιατρικού λεξιλογίου.

μονοπυρήνωση, μονορχιδία

⇨ Για άλλα αʹ συστατικά με αριθμητική σημασία βλ. ημι-*, μισο-*, δι-*, τρι-*, τετρα-*, πεντα-*, δεκα-*, χιλιο-*.

2. Χωρίς ποικιλία

Το μονο- σχηματίζει λέξεις που δηλώνουν επανάληψη ή έλλειψη ποικιλίας και συνήθως έχουν αρνητική σημασία. Για παράδειγμα, όταν κάτι είναι μονότονο γίνεται με τον ίδιο τρόπο, και συνεπώς προκαλεί πλήξη.

μονοδιάστατος, -η, -ο, μονομερής, -ής, -ές, μονόπλευρος, -η, -ο, μονότονος, -η, -ο, μονόχνοτος, -η, -ο

▶ Η λέξη μονάκριβος έχει τη σημασία του μοναδικού, ξεχωριστού, και γι' αυτό υπερβολικά αγαπητού σε κάποιον.

-μαχ-

Οι λέξεις που περιέχουν το συστατικό -μαχ- αναφέρονται στον πόλεμο.Το συστατικό -μαχ- προέρχεται από το ρήμα μάχομαι. Το συστατικό αυτό εμφανίζεται σε:

Ρήματα

-μαχάω [maxáo] (σπάνια χρήση)

Για παράδειγμα, αγκομαχάει κάποιος όταν αγωνίζεται να ανασάνει, όταν ανασαίνει με δυσκολία.

αγκομαχάω/-ώ, ψυχομαχάω/-ώ

-μαχώ [maxó]

Για παράδειγμα, δύο άνθρωποι λογομαχούν όταν τσακώνονται ανταλλάσσοντας έντονα λόγια, ενώ συμμαχούν όταν συνεργάζονται για την αντιμετώπιση ενός κοινού αντιπάλου.

αερομαχώ (σπάνιο), αψιμαχώ, θαλασσομαχώ (σπάνιο), κονταρομαχώ, λογομαχώ, μονομαχώ, ναυμαχώ, ξιφομαχώ, πυγμαχώ, συμμαχώ, φυγομαχώ

Ουσιαστικά

-μαχία [max̃ía]

Για παράδειγμα, η ναυμαχία είναι η μάχη στη θάλασσα ανάμεσα σε δύο πλοία ή σε δύο στόλους.

αερομαχία, αυγομαχία, αψιμαχία, δρακοντομαχία, εικονομαχία, θαλασσομαχία, θηριομαχία, κοκορομαχία, κυνομαχία, λογομαχία, μονομαχία, ναυμαχία, ξιφομαχία, οδομαχία, οπλομαχία, σκυλομαχία, συμμαχία, ταυρομαχία, τηλεμαχία (= τηλεοπτική αναμέτρηση πολιτικών αρχηγών πριν από εκλογές), τιτανομαχία

-μάχος [máxos]

Για παράδειγμα, ο ταυρομάχος αγωνίζεται με τον ταύρο στην αρένα, ενώ ο μακεδονομάχος πήρε μέρος στο μακεδονικό αγώνα.

αρματομάχος (σπάνιο), εικονομάχος, ελληνομάχος, θαλασσομάχος, μακεδονομάχος, μονομάχος, οπλομάχος, σαλαμινομάχος, ταυρομάχος

Επίθετα

-μαχικός [max̃ikós], -μαχική, -μαχικό

Για παράδειγμα, το Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο είναι το ταμείο ασφάλισης των ναυτικών, ενώ οι συμμαχικές δυνάμεις είναι οι δυνάμεις των συμμάχων.

απομαχικός, εικονομαχικός, συμμαχικός

✔ Η λέξη πυρομαχικά είναι ουσιαστικό.

-μαχος [maxos], -μαχη, -μαχο

Για παράδειγμα, πυρίμαχο είναι το σκεύος από υλικό που αντέχει σε υψηλές θερμοκρασίες.

αγχέμαχος, άμαχος, αξιόμαχος, απόμαχος, επίμαχος, παλαίμαχος, πυρίμαχος, σύμμαχος, υπέρμαχος, φιλόμαχος, φυγόμαχος

1 of 10



For our guests, Lexiscope has a daily usage limit of 10 words. Sign up for free to take advantage of 30 words per day.

Alternately, you can purchase our mobile version Lexiscope Mobile App for unlimited usage.