Lexiscope: λιμοκτονώ

Learn about the orthography, morphology, syllabification and synonyms/antonyms of a Modern Greek word. The finest words in the world are only vain sounds, if we cannot comprehend them.

Modern Greek is a great deluge of words deriving from Ancient Greek. Through the ages some of the words started to overlap others in meaning. In addition, many of them have multiple meanings and many can be used as various parts of speech.

Lexiscope aims to clear up such issues by presenting information that clarifies the uses of any Modern Greek word or phrase. Information includes syllabification, morphology, synonyms, antonyms and any known expressions that the word may feature in.

Insert any Greek word below, and press Search.


Lexiscope is a compound language tool that provides information about a Modern Greek word or phrase, combining the functionality of Neurolingo's Hyphenator, Speller, Lemmatizer, Morphological Lexicon and Thesaurus.

Syllabification

λι-μο-κτο-νώ

Morphology

λιμοκτονώ v. active only

ACTIVE VOICE
Present-Indicative
SingularPlural
1stλιμοκτονώλιμοκτονούμε
2ndλιμοκτονείςλιμοκτονείτε
3rdλιμοκτονείλιμοκτονούν & λιμοκτονούνε oral.
Present-Imperative
Plural
2ndλιμοκτονείτε
Present-Participleλιμοκτονώντας
Simple past-Indicative
SingularPlural
1stλιμοκτόνησαλιμοκτονήσαμε
2ndλιμοκτόνησεςλιμοκτονήσατε
3rdλιμοκτόνησελιμοκτόνησαν & λιμοκτονήσαν oral. & λιμοκτονήσανε oral.
Simple past-Subjunctive
SingularPlural
1stλιμοκτονήσωλιμοκτονήσουμε & λιμοκτονήσομε dial.
2ndλιμοκτονήσειςλιμοκτονήσετε
3rdλιμοκτονήσειλιμοκτονήσουν & λιμοκτονήσουνε oral.
Simple past-Imperative
SingularPlural
2ndλιμοκτόνησελιμοκτονήσετε & λιμοκτονήστε
Simple past-Infinitiveλιμοκτονήσει
Imperfect-Indicative
SingularPlural
1stλιμοκτονούσαλιμοκτονούσαμε
2ndλιμοκτονούσεςλιμοκτονούσατε
3rdλιμοκτονούσελιμοκτονούσαν & λιμοκτονούσανε oral.

Synonyms - Antonyms

λιμοκτονώ v.

  1. Sπεθαίνω από την πείνα
  2. Sπεινάω2, ψωμολυσσάω oral

Προθήματα - Επιθήματα

-κτον-

Οι λέξεις που περιέχουν το συστατικό -κτον- αναφέρονται στην ενέργεια της θανάτωσης.Το συστατικό -κτον- προέρχεται από το αρχαίο ρήμα κτείνω (= σκοτώνω). Το συστατικό αυτό εμφανίζεται σε:

Ρήματα

-κτονώ [ktonó] (σπάνια χρήση)

Για παράδειγμα, όταν κανείς αυτοκτονεί προκαλεί το θάνατό του με τη θέλησή του.

αυτοκτονώ, λιμοκτονώ

Ουσιαστικά

-κτονία [ktonía]

Για παράδειγμα, η ανθρωποκτονία είναι η πρόκληση του θανάτου ενός ανθρώπου από κάποιον άλλον· η μυοκτονία είναι η θανάτωση, εξολόθρευση ποντικών.

αδερφοκτονία, αλληλοκτονία, ανθρωποκτονία, αυτοκτονία, βρεφοκτονία, γενοκτονία, ζιζανιοκτονία, λιμοκτονία, μητροκτονία, μυοκτονία

-κτόνος [któnos] (αρσ. και θηλ.)

Για παράδειγμα, πατροκτόνος χαρακτηρίζεται αυτός που σκότωσε τον πατέρα του.

αδελφοκτόνος, αυτοκτόνος, βρεφοκτόνος, μητροκτόνος, παιδοκτόνος, πατροκτόνος, συζυγοκτόνος

Επίθετα

-κτόνος [któnos], -κτόνος/-κτόνα, -κτόνο

Για παράδειγμα, τα ζιζανιοκτόνα φάρμακα εξολοθρεύουν τα ζιζάνια.

αδερφοκτόνος, ανθρωποκτόνος, εμβρυοκτόνος, εντομοκτόνος, ζιζανιοκτόνος, μικροβιοκτόνος, σπερματοκτόνος

✔ Κάποια από αυτά τα επίθετα συνηθίζονται ως ουσιαστικά (π.χ. εντομοκτόνο, σπερματοκτόνο).


3 of 10



For our guests, Lexiscope has a daily usage limit of 10 words. Sign up for free to take advantage of 30 words per day.

Alternately, you can purchase our mobile version Lexiscope Mobile App for unlimited usage.