Λεξισκόπιο: ανήκω

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

α-νή-κω

Μορφολογία

ανήκω ρήμ. μόνο ενεργητική

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αανήκωανήκουμε & ανήκομε διαλ.
Βανήκειςανήκετε
Γανήκειανήκουν & ανήκουνε προφ.
Ενεστώτας-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βανήκεανήκετε
Ενεστώτας-Μετοχήανήκοντας
Αόριστος-Οριστική
Πληθυντικός
Α---
Β---
Γανήκανε προφ.
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αανήκαανήκαμε
Βανήκεςανήκατε
Γανήκεανήκαν προφ. & ανήκανε προφ.

Συνώνυμα - Αντίθετα

ανήκω ρήμ.

  1. Σείμαι ιδιοκτησία: Δεν ανήκω σε κανέναν.
  2. Σπεριλαμβάνομαι, εντάσσομαι: Η ζωγραφική δεν ανήκει στα ενδιαφέροντά μου.

ανήκει

  1. Σαντιστοιχεί1, αναλογεί
  2. Σαρμόζει, ταιριάζει3, πρέπει2: Τους ανήκει τιμή και δόξα.
  3. Σεμπίπτει λόγ.: Η περιοχή ανήκει στη δικαιοδοσία του δήμου.

2 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.